Μαριάνθη Μπέλλα
Ιδρύθηκε
τον Οκτώβριο του 1911 με την υποστήριξη του Εργατικού Κέντρου Αθήνας (ΕΚΑ) και
λειτούργησε μέχρι το 1922. Εντάσσεται στο κλίμα των βενιζελικών μεταρρυθμίσεων
και συνδέεται οργανικά και οικονομικά με το ΕKA αποτελώντας μέρος
του προγράμματός του για τη μόρφωση της εργατικής τάξης. Επηρεάζεται από τις
φεμινιστικές αντιλήψεις της εποχής που θεωρούν την εκπαίδευση και την εργασία
ως προϋποθέσεις για τη γυναικεία χειραφέτηση.
Πρόκειται
για ένα «επαγγελματικό και μορφωτικό σχολείο» που παρείχε στις εργάτριες δωρεάν
στοιχειώδη εκπαίδευση, επαγγελματική μόρφωση και γνώσεις απαραίτητες για την
βελτίωση των συνθηκών ζωής τους, ως εργάτριες, νοικοκυρές και μητέρες.
Ονομάστηκε Κυριακό γιατί λειτουργούσε
μόνο την Κυριακή, που είναι μέρα αργίας, με τρεις ώρες μάθημα την κάθε φορά. Δεν
έχει σχέση με τα άλλα Κυριακά Σχολεία (Κυριακό Σχολείο Καλλιρρόης Παρρέν (1890),
Κυριακό Σχολείο Πειραιά) που ιδρύθηκαν από φιλανθρωπικά γυναικεία σωματεία. Στο
Κυριακό Σχολείο του ΕΚΑ η παραδοσιακή δραστηριότητα της φιλανθρωπίας αντικαταστάθηκε
από την κοινωνική πρόνοια. Υπεύθυνη
για τη λειτουργία του ήταν η δυναμική φεμινίστρια Αύρα Θεοδωροπούλου, η οποία συνεργάστηκε με
επιτροπή γυναικών που αποτελούνταν από τις Βέρθα Λέκκα, Άννα Μελά-Κατσίγρα,
Κατίνα Μαρούλη και Ελένη Ρουσοπούλου. Η επιτροπή αυτή καθοδήγησε τις μαθήτριες,
ώστε να συνειδητοποιήσουν ότι είναι ισότιμα μέλη μιας εθνικής κοινότητας με
δικαιώματα και υποχρεώσεις.
Οι
οικονομικοί πόροι του Σχολείου προέρχονταν από τις κατά καιρούς επιχορηγήσεις
του Δήμου Αθηναίων και του Δημοσίου, από δωρεές ή επιχορηγήσεις ιδιωτών και από
το δικαίωμα εγγραφής των μαθητριών. Κάθε μαθήτρια πλήρωνε για την εγγραφή της 1
δρχ. και έπαιρνε δωρεάν το αναγνωστικό βιβλίο της τάξης της.
Στο
Σχολείο δίδαξαν οι Άννα Μελά-Κατσίγρα, Ειρήνη Πράτσικα, Ευτέρπη Τσιλιμίγκρα,
Ρόζα Ιωάννου (μετέπειτα Ιμβριώτη), Θωμάς
Θωμόπουλος και πολλοί άλλοι. Για την οργάνωση του προγράμματος συνεργάστηκε ο
Δημήτρης Γληνός.
Το Σχολείο στεγάστηκε σε διάφορα σχολικά κτήρια γιατί δεν διέθετε μόνιμη στέγη. Σε αυτό φοίτησαν καθ’όλη τη διάρκεια της λειτουργίας του (1911-1922), πάνω από χίλιες εργάτριες. Η ηλικία τους κυμαινόταν από δώδεκα ως τριάντα ετών. Ωστόσο, πολλές από αυτές αναγκάστηκαν να διακόψουν τη φοίτησή τους γιατί οι εργοδότες δεν τηρούσαν τη θεσμοθετημένη αργία της Κυριακής, η οικογένειά τους δεν στήριζε την προσπάθειά τους για μόρφωση και οι ίδιες είχαν μειωμένες αντιστάσεις στα εμπόδια που παρουσιάζονταν και μειωμένο ζήλο. Κάθε χρόνο λίγες από αυτές κατάφερναν να φτάσουν στις εξετάσεις του Ιουνίου.
Το Σχολείο στεγάστηκε σε διάφορα σχολικά κτήρια γιατί δεν διέθετε μόνιμη στέγη. Σε αυτό φοίτησαν καθ’όλη τη διάρκεια της λειτουργίας του (1911-1922), πάνω από χίλιες εργάτριες. Η ηλικία τους κυμαινόταν από δώδεκα ως τριάντα ετών. Ωστόσο, πολλές από αυτές αναγκάστηκαν να διακόψουν τη φοίτησή τους γιατί οι εργοδότες δεν τηρούσαν τη θεσμοθετημένη αργία της Κυριακής, η οικογένειά τους δεν στήριζε την προσπάθειά τους για μόρφωση και οι ίδιες είχαν μειωμένες αντιστάσεις στα εμπόδια που παρουσιάζονταν και μειωμένο ζήλο. Κάθε χρόνο λίγες από αυτές κατάφερναν να φτάσουν στις εξετάσεις του Ιουνίου.
Στο
Σχολείο λειτουργούσαν τάξεις για αναλφάβητες εργάτριες και για προχωρημένες, δηλαδή για μαθήτριες
που ήξεραν λίγα γράμματα. Τα μαθήματα που διδάχτηκαν ήταν: Ανάγνωση, Γραφή, Ιστορία,
Γεωγραφία, Αριθμητική, Στοιχεία Λογιστικής, Καταστιχογραφία, Υγιεινή, Παιδοκομία,
Οικοκυρικά, Μαγειρική, Ιχνογραφία, Σχέδιο, Μουσική, Θρησκευτικά, Γυμναστική,
Κοπτική, Ραπτική και Γαλλικά. Το πρόγραμμα μαθημάτων ολοκληρωνόταν με διαλέξεις,
που απευθύνονταν σε μαθήτριες όλων των τάξεων, και είχαν σκοπό τη διαμόρφωση της
κοινωνικής και επαγγελματικής τους συνείδησης. Κατά το σχολικό έτος 1914-15 λειτούργησε και «Φροντιστήριο Βρεφών» με σκοπό να διαδώσει
στις γυναίκες των εργατικών στρωμάτων τις στοιχειώδεις γνώσεις που ήταν απαραίτητες για κάθε μητέρα, προκειμένου να εξασφαλισθεί η υγεία των παιδιών
της. Στο Φροντιστήριο οι μητέρες μπορούσαν να φέρνουν τα μωρά τους, έως την
ηλικία των δύο ετών, τα οποία εξετάζονταν από γιατρό και παρέχονταν οδηγίες για τη σωστή ανατροφή τους.
Το
Σχολείο επιδίωξε να κάνει την εργάτρια «πνευματικώτερη, άξια νοικοκυρά και γερή
μητέρα». Με τη μόρφωση και τη «διανοητική ανύψωση» εξασφάλιζε τα
μέσα για να βελτιώσει τις συνθήκες της ζωής και της εργασίας της και παράλληλα γινόταν
πιο αποδοτική, αποκτώντας την απαραίτητη τεχνογνωσία.
Πηγές
Μόσχου-Σακοράφου Σ., Ιστορία του ελληνικού φεμινιστικού κινήματος, Αθήνα 1990, σσ. 163-164.
Μπουτζουβή,
Α., «Γυναικείο κίνημα. Όψεις και δράσεις 1909-1922», στο Βασίλης
Παναγιωτόπουλος (Επιμ.), Ιστορία του Νέου
Ελληνισμού 1770-2000, τόμ. 6ος (Από
το κίνημα στο Γουδί ως τη Μικρασιατική Καταστροφή), εκδ. Ελληνικά Γράμματα,
Αθήνα 2003, σσ. 283-292.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου