Κώστας Θεριανός
Η συζήτηση για το περιεχόμενο της προσπάθειας του Καποδίστρια να οικοδομήσει οικονομικές και κρατικές δομές συνιστά, συχνά, προσπάθεια ιδεολογικής διαχείρισης του παρελθόντος. Ο Καποδίστριας, σε αυτές τις συζητήσεις, κινείται ανάμεσα στο πρότυπο του αυταρχικού κυβερνήτη που κατέπνιξε τη δημοκρατική δυναμική της επανάστασης και της αδυναμίας της δημοκρατίας να συγκροτήσει κράτος[1]. Η περίοδος Καποδίστρια δεν μπορεί να μας πει τίποτε για τη δημοκρατία και τα κόμματα, διότι απλούστατα δεν υπήρχαν ούτε κόμματα ούτε δημοκρατία όπως τα εννοούμε σήμερα. Ο Καποδίστριας ήταν συγκεντρωτικός, πολλές φορές αυταρχικός, ολιγαρχικός από πεποίθηση, πολέμιος των ιδεωδών της Γαλλικής Επανάστασης. Στην πράξη, όμως, πήρε μέτρα αστικής συγκρότησης της οικονομίας και έγινε τελικά φορέας αστικού χαρακτήρα κοινωνικών μεταβολών[2]. Ο Dakin περιγράφει τον Καποδίστρια ως «πιστό οπαδό της πεφωτισμένης δεσποτείας, παρ’ όλο που αναγνώριζε τη νέα πραγματικότητα που διαμορφώθηκε στην Ευρώπη, ειδικά μετά τη Γαλλική Επανάσταση... Το πιστεύω του Καποδίστρια ήταν ένα περίεργο κράμα από δημοκρατικές και αυταρχικές ιδέες»[3].
Η
εκλογή του Καποδίστρια μπορεί να έγινε με την στήριξη κυρίως της ρωσικής
φατρίας[4],
όμως η πλειονότητα του αγροτικού πληθυσμού της Πελοποννήσου περίμενε μια ισχυρή
προσωπικότητα που θα τον προστάτευε από την απειλή των Οθωμανών και από «την
αυθαιρεσία του Έλληνα προκρίτου και οπλαρχηγού»[5].
Ο Καποδίστριας έφτασε στην Ελλάδα και αντίκρισε σωρούς ερειπίων. Ο στρατός του
Ιμπραήμ έλεγχε μεγάλο μέρος της Πελοποννήσου. Οι Οθωμανοί είχαν κυριαρχήσει
στην Στερεά Ελλάδα. Σύμφωνα με τον Βουρνά: «Ο
Μοριάς ήταν ρημαδιό. Κάθε μεγαλοκαπετάνιος που κρατούσε ένα κάστρο (Μονεμβασία
ο Πετρόμπεης, Ακροκόρινθο ο Κίτσος Τζαβέλλας, Παλαμήδι ο Γρίβας) τυραννούσε σαν
κατακτητής το γυμνό και άστεγο πληθυσμό […] Παραγωγή δεν υπήρχε»[6].
Σύμφωνα με τον Βακαλόπουλο, οι δημογέροντες και οι κοτζαμπάσηδες «Στο βάθος ήλπιζαν να υποκαταστήσουν τους
Τούρκους ιδιοκτήτες στα απέραντα κτήματα τους»[7].
Ο Καποδίστριας στις δεδομένες συνθήκες κυβέρνησε συγκεντρωτικά και, σε πολλές
περιπτώσεις, αυταρχικά, έφτιαξε ένα δίκτυο ανθρώπων που ήταν δεμένοι με
συμφέροντα μαζί του, ο πολιτικός του ορίζοντας δεν κινούταν πέρα από το ιδεώδες
της πεφωτισμένης δεσποτείας[8].
Όμως στην πράξη ποιες ήταν οι επιδιώξεις των πολιτικών του αντιπάλων πέρα από
τις διακηρύξεις τους; Χαρακτηριστικά είναι τα όσα παραθέτει ο Αγιάνογλου
σχετικά με τις προσπάθειες των κοτζαμπάσηδων να κρατήσουν τα προνόμια τους την
περίοδο του Καποδίστρια: «ο γιος του
πρώτου προεστού της Μάνης, Ιωάννης Μαυρομιχάλης – γνωστός σαν ο «βασιλιάς της
Μάνης» - στασίασε το Πάσχα του 1830… Κατέλαβε το τελωνείο και είσπραττε τους
φόρους. Ο πατέρας του Πετρόμπεης δεν έπαυσε να ζητά χρήματα από τον Κυβερνήτη.
Στην άρνηση του Καποδίστρια ο Μαυρομιχάλης δήλωσε ανοιχτά: «Ο θρόνος στον οποίο
κάθεσαι, ανήκει σε μένα»[9].
Ο Καποδίστριας δεν «χτυπούσε» τους θεσμούς της τοπικής αυτοδιοίκησης. Προσπαθούσε
να περιορίσει τη δύναμη των κοτζαμπάσηδων που αντλούσαν την οικονομική και
κοινωνική τους δύναμη από τον έλεγχο αυτών των κοινοτήτων, οι οποίες στην
πραγματικότητα δεν είχαν καμία δημοκρατική λειτουργία[10].
Ο
Καποδίστριας έχει κατηγορηθεί σαν «φωτοσβέστης» και «αυταρχικός» στο θέμα της
εκπαίδευσης. Πιο αναλυτικά:
1.
Ο Καποδίστριας δεν ίδρυσε πανεπιστήμιο, όπως είχε προτείνει η επιτροπή Γαζή το
1827. Αυτό το έκανε όχι γιατί ήταν αντίθετος με την ίδρυση πανεπιστημίων, αλλά
γιατί η προτεραιότητα της συγκυρίας ήταν η οργάνωση πρωτοβάθμιας και
επαγγελματικής εκπαίδευσης. Το 1815, ο Καποδίστριας είχε προτείνει τη
δημιουργία ανώτατης σχολής με έδρα την Ιθάκη στο πλαίσιο της Επτανήσου
Πολιτείας. Κατά την διάρκεια της θητείας του στο Υπουργείο Εξωτερικών της
Ρωσίας, ο Καποδίστριας είχε γνωρίσει τον μεγαλοτραπεζίτη Ιωάννη Δόμπολη στον
οποίο ενέπνευσε την ιδέα να διαθέσει μέρος της περιουσίας του για την ίδρυση
πανεπιστημίου στο ελληνικό κράτος αν και όποτε αυτό δημιουργούταν. Ο Δόμπολης,
το 1849, όρισε στην διαθήκη του το ποσόν των 261.428 ρουβλιών για την ίδρυση
πανεπιστημίου με τον τίτλο «Καποδιστριακό» στην Ελλάδα υλοποιώντας την ιδέα του
Καποδίστρια[11].
2.
Ο Καποδίστριας κινήθηκε στη λογική δημιουργίας ενός σχολικού συστήματος που να
μπορεί να μορφώσει το λαό και να του δώσει πρακτικές γνώσεις για να αναπτυχθεί
η βιοτεχνία, η γεωργία και η κτηνοτροφία. Είχε επηρεαστεί από τις ιδέες του Pestalozzi
και την
Σχολή Hofwyl
που διηύθυνε ο Fellenberg[12]. Και με τους δύο είχε έρθει σε επαφή
το 1814. Αυτό που κράτησε ο Καποδίστριας από τις ιδέες του Pestalozzi
ήταν ο
πρακτικός προσανατολισμός της αγωγής (προφανώς δεν ασπαζόταν τον ενθουσιασμό
του Pestalozzi για τη Γαλλική Επανάσταση και την απέχθεια του
για το δεσποτισμό που τον ταύτιζε με τη βαρβαρότητα). Έτσι, ο Καποδίστριας ίδρυσε
στην ελεύθερη επικράτεια σχολεία επαγγελματικά όπως η Γεωργική Σχολή, το
Κεντρικό Πολεμικό Σχολείο, διάφορα «Χειροτεχνεία» στα οποία οι μαθητές μάθαιναν
τέχνες (βιβλιοδετική, υποδηματοποιία, λιθογραφία, σιδηρουργική, τυπογραφία κτλ). Οι απόφοιτοι των «Χειροτεχνείων»
έπαιρναν ένα μικρό κεφάλαιο προκειμένου να δημιουργήσουν δικό τους εργαστήριο
για να ασκήσουν την τέχνη τους επαγγελματικά. Το 1829 ίδρυσε το Ορφανοτροφείο
της Αίγινας για τα ορφανά του πολέμου, σύμφωνα με το πνεύμα του Pestalozzi,
στο οποίο εντάχθηκε και το Πρότυπο σχολείο όπου εκπαιδεύονταν οι νέοι δάσκαλοι.
Ίδρυσε, επίσης, αλληλοδιδακτικά σχολεία για την γρήγορη και μαζική καταπολέμηση
του αναλφαβητισμού. Ο Καποδίστριας δημιούργησε θεσμούς δημόσιας και δωρεάν
παιδείας 50 περίπου χρόνια πριν την εμφάνιση τέτοιων θεσμών στην Ευρώπη.
3. Ο Καποδίστριας κατηγορήθηκε ότι ήταν «αυταρχικός» με το
επιχείρημα ότι οι Οδηγίες για τη λειτουργία του Ορφανοτροφείου υπεδείκνυαν
σκληρές συνθήκες διαβίωσης για τους τροφίμους: «Αι κλίναι των να είναι από άχυρον ή φύλλα ξηρά ικανώς, το προσκεφάλαιον
μια πέτρα, και σκέπασμα η καπότα....Η αποταξία, η απείθεια, η στάσις, το
ψεύδος, θέλουσι κολάζεσθαι ως εφεξής: Την μεν πρώτη φοράν, έστω νουθέτισις
εμβριθής και δημοσία ενώπιον των άλλων παιδιών, τη δε δευτέραν, ολιγόστευσις
της τροφής εις το ήμισυ, και την τρίτην, έκδυσις του ενόχου παιδιού από τα
καινούρια φορέματα και ένδυσις με τα πρώτα κουρέλια...» Η σκληραγώγηση
φαίνεται ότι είχε δύο διαστάσεις: την ηθικοποίηση και την προετοιμασία για τις
κακουχίες ενός ενδεχόμενου νέου πολέμου, καθώς οι τρόφιμοι μπορούσαν ανά πάσα
στιγμή να κληθούν να πολεμήσουν. Ο σκληρός αυτός κανονισμός μαζί με άλλα
γεγονότα οδήγησαν στην πρώτη μαθητική εξέγερση στις 10/1/1831. Οι μαθητές
έκαναν αποχή και ζήτησαν και την απομάκρυνση συγκεκριμένων δασκάλων. Όμως, τόσο
ο κανονισμός όσο και αυτά τα περιστατικά ήταν μεμονωμένα επεισόδια της
ελληνικής επικράτειας επί Καποδίστρια; Χαρακτηριστικά παραθέτουμε ένα απόσπασμα
από το τι συνέβαινε την ίδια εποχή στο Ήτον: «Ο Δρ. Keate έγινε διευθυντής του Eton το 1809, σε μια δύσκολη περίοδο [..] Τον Μάιο και τον Ιούνιο του
1810 τα αγόρια της πέμπτης εμφάνισαν τη συνήθεια να μπαίνουν ορμητικά, κάνοντας
φασαρία, στο παρεκκλήσι του σχολείου… Ο Δρ. Keate μαστίγωσε
και τα εκατό παιδιά της πέμπτης τάξης που έκαναν φασαρία....Ο Δρ. Keate έφυγε από το Eton το 1834 αλλά επί πολλά χρόνια
αργότερα, οποιοδήποτε παιδί του Eton μπορούσε να ζωγραφίσει τη θηριώδη
σιλουέτα του»[13]. Να σημειώσουμε ότι πίσω από το μαστίγωμα των γόνων της
μεγαλοαστικής τάξης, εκτός από τις αντιλήψεις της εποχής ότι τα παιδιά
γεννιούνται «φύσει αμαρτωλά», κρύβονταν η σκληραγώγηση τους για τις
ανάγκες των πολέμων της εποχής. Σύμφωνα με ένα αγγλικό γνωμικό «η μάχη του
Βατερλό κερδήθηκε στον αυλόγυρο του Ήτον». Στην ίδια αντίληψη κινούνται και οι οδηγίες
του επισκόπου του Μάντσεστερ προς τους δασκάλους της περιοχής και τους γονείς: «Σπάστε
τη βούληση τους εγκαίρως. Αρχίστε αυτό το σημαντικό έργο πριν αρχίσουν να
περπατούν και να μιλούν. Μην τους δίνετε τίποτα, σημαντικό ή ασήμαντο όταν κλαίνε.
Αφήστε τους να ικετεύουν χωρίς να τους κάνετε το χατίρι. Σπάστε τη βούληση τους
και η ψυχή τους θα ζήσει και πιθανώς να σας ευγνωμονούν γι’ αυτό αιωνίως» (έτος
1857).
Στο
τέλος του 1830 λειτουργούσαν 84 αλληλοδιδακτικά δημοτικά σχολεία με 7.327
μαθητές ενώ 1. 500 μαθητές σπούδαζαν στην Αίγινα στα σχολεία του
Ορφανοτροφείου, η οποία είχε μεταβληθεί σε πραγματική «Σχολειούπολη».
Έναν χρόνο αργότερα, το 1831, έχουμε 121 σχολεία με 9.246 μαθητές. Το σύνολο
του πληθυσμού της ελληνικής επικράτειας ήταν 600.000 κάτοικοι. Πρόκειται για ένα τεράστιο επίτευγμα του
Καποδίστρια αν αναλογιστεί κανείς ότι πολλοί γονείς δεν ήθελαν να στείλουν τα
παιδιά τους στο σχολείο, ενώ άλλοι τα απέσυραν μόλις μάθαιναν στοιχειώδη γραφή,
ανάγνωση και αριθμητική για να εργαστούν.
* Δημοσιεύτηκε στο Παιδεία και Κοινωνία, εφημ. Αυγή, 29/4/2018.
[1] Κ. Παλούκης,
«Ιωάννης Καποδίστριας. Πραγματιστής ή τύραννος;» στο HotDoc History, 12/11/2017.
[2] Β. Φίλιας, Κοινωνία και εξουσία στην Ελλάδα. Η νόθα
αστικοποίηση 1800-1864, Gutenberg, 1985, σ. 90-91.
[3] D.
Dakin, Ο αγώνας των Ελλήνων για την ανεξαρτησία 1821-1833, ΜΙΕΤ 1989, σ. 300.
[4] Χ. Λούκος,
«Ο κυβερνήτης Καποδίστριας. Πολιτικό έργο, συναίνεση και αντιδράσεις» στο Β.
Παναγιωτόπουλος (επιμ.). Ιστορία του Νέου Ελληνισμού. 1770-2000, Ελληνικά
Γράμματα, Αθήνα 2003, σσ. 185 – 216.
[5] Χ. Λούκος,
σ. 185.
[6] Τ. Βουρνάς,
Ιστορία της νεώτερης και σύγχρονης Ελλάδας, τ. Α΄, εκδ. Πατάκη, σ. 211
[7] Α.
Βακαλόπουλος, Νέα ελληνική ιστορία. 1204-1985, Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2005, σ. 201.
[8] Κ. Παλούκης,
ό.π., σ. 32.
[9] Π. Αγιάνογλου, Το πέρασμα από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό στην Ελλάδα. Η πρωταρχική
συσσώρευση του κεφαλαίου. Η εξέλιξη της οικονομικής ιστορίας και τα αίτια της
υπανάπτυξης. Αθήνα 1982, σ. 124.
[10] Π.
Αγιάνογλου, ό.π., σ. 123.
[11] Π. Κοντογιάννης, Εθνικοί Ευεργέται. Εκδόσεις του Συλλόγου προς διάδοσιν ωφέλιμων
βιβλίων, Αθήνα 1908, σ. 40.
[12]
Ο Philipp Emanuel von Fellenberg (1771–1844) ήταν
παιδαγωγός και μαθητής του Pestalozzi.
Δημιούργησε στην αγροικία του στο Hofwyl ένα
σχολείο στο οποίο εφάρμοσε τις παιδαγωγικές του αντιλήψεις.
[13] J. Gathorne- Hardy, The public school phenomenon, Penguin Books, London 1977, p.46-47.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου