Μαριάνθη Μπέλλα
Εκπαιδευτικός Δ.Ε.
Στην οδό Λευκωσίας, δυο
παράλληλους δρόμους κάτω από την Πατησίων, υπάρχει ένα ιστορικό μνημείο του
16ου αιώνα. Πρόκειται για το ναό του Αγίου Ανδρέα, ο οποίος αποτελούσε το
καθολικό μιας μικρής αλλά ακμάζουσας και πολυπληθούς γυναικείας μονής.
Η μονή αυτή ήταν μετόχι της κεντρικής
μεγάλης μονής της Αγίας Φιλοθέης της Αθηναίας[1] στην πόλη των Αθηνών[2], στην οποία «πολλοί ακούοντες την φήμην της αγίας προσερχόμενοι
ελάμβανον ψυχικάς και σωματικάς ιατρείας». Λόγω του μεγάλου πλήθους των πιστών
που συνέρεαν στο μοναστήρι, η Αγία Φιλοθέη έκτισε και άλλα, μακριά από την
πόλη, στο
Χαλάνδρι, τα Πατήσια, το Ψυχικό και την Καλογρέζα. Στο μετόχι των Πατησίων
σύχναζε και η ίδια και «εφιλοσόφει και συνησκείτο μετά
των υπ’αυτήν»[3].
Η ανέγερση της μονής των Πατησίων
έγινε το έτος 1550, πριν από τον μαρτυρικό της θάνατο. Σύμφωνα με τον βίο της
Αγίας Φιλοθέης, Τούρκοι, που τη μισούσαν για το φιλανθρωπικό της έργο και τη
φυγάδευση κοριτσιών για να αποφύγουν τον εγκλεισμό σε χαρέμια, πήγαν τη νύχτα της 2ας
Οκτωβρίου 1588 στη μονή των Πατησίων, όπου οι μοναχές τελούσαν ολονύχτια
ακολουθία προς τιμή του Αγίου Διονυσίου Αρεοπαγίτου. Πέντε από αυτούς άρπαξαν την Αγία Φιλοθέη, την έδεσαν σε μια κολώνα και
την μαστίγωσαν άγρια αφήνοντάς της μισοπεθαμένη. Η Αγία δέχτηκε τη βοήθεια και
περιποίηση των άλλων μοναχών, οι οποίες τη μετέφεραν στην μονή της Καλογρέζας,
όπου υπέκυψε στα τραύματά της, στις 19 Φεβρουαρίου 1589. Ενταφιάστηκε στη δεξιά
πλευρά του ιερού βήματος του Αγίου Ανδρέα, ενώ πολύ αργότερα το σκήνωμα της
μεταφέρθηκε στη Μητρόπολη Αθηνών, όπου φυλάσσεται σε ασημένια λάρνακα μέχρι
σήμερα.
Μετά τον θάνατό της η μεγάλη μονή
στην πόλη των Αθηνών δεν διαλύθηκε, ούτε το μετόχι της Πατησίων σταμάτησε τη
λειτουργία του. Αντίθετα, το τελευταίο αύξησε την έκτασή του με την αγορά
γειτονικών κτημάτων. Ο Αθηναιογράφος Καμπούρογλου αναφέρεται σε πωλητήριο
έγγραφο κτήματος του 1595, που βρισκόταν κοντά στο «μοναστήρι της Κυράς»
(Φιλοθέης)[4].
Στο σημείο αυτό εξαντλούνται οι
πληροφορίες που έχουμε για το μετόχι των Πατησίων, οπότε δεν είναι γνωστό το
πότε εγκαταλείφτηκε και ερειπώθηκε. Σύμφωνα με τον Ορλάνδο η εγκατάλειψη
τοποθετείται χρονικά λίγο πριν την έναρξη του Αγώνα του 1821. Μετά την περίοδο
αυτή ο ναός του μετοχιού χρησιμοποιήθηκε πιθανότατα σαν κοιμητήριο, πράγμα το
οποίο αποδεικνύεται από την ύπαρξη τάφων και οστεοφυλάκιου στο εσωτερικό του[5].
Το καθολικό, σύμφωνα με τον
Ορλάνδο, είχε τον ρυθμό τρίκλιτου ξυλόστεγης βασιλικής και μια μόνο
ημιεξαγωνική αψίδα στην ανατολική πλευρά του. Έφερε μια και μοναδική θύρα
εισόδου στη δυτική πλευρά του, η οποία διακοσμήθηκε με μαρμάρινα τεμάχια που
μεταφέρθηκαν από αρχαία κτήρια της περιοχής[6]. Πάνω από τη θύρα υπάρχει ημικυκλική κόγχη, στην οποία απεικονίζεται
πιθανότατα ο Άγιος Ανδρέας. Το εσωτερικό του ναού διαιρείται, από δύο
μαρμάρινες κιονοστοιχίες, σε τρία κλίτη από τα οποία το μεσαίο ήταν πιο πλατύ
από τα άλλα δύο. Η στέγη του ναού ήταν ξύλινη δικλινής. Το ιερό δεν
επικοινωνούσε με τον υπόλοιπο ναό, καθώς χωριζόταν από αυτόν με κλειστό τοίχο.
Το εσωτερικό του ναού ήταν πολύ σκοτεινό, πράγμα το οποίο παρατηρείται στους
ναούς των πρώτων αιώνων της Τουρκοκρατίας, αφού δεν υπήρχε φωταγωγός πάνω από
το μεσαίο κλίτος. Όλο το φως προερχόταν από μικρά και στενά παράθυρα. Μέσα στο ναό, μπροστά
στο τέμπλο, σώζεται μέχρι σήμερα η κολώνα όπου η Αγία Φιλοθέη δέθηκε και
μαστιγώθηκε από τους Τούρκους[7].
Ο
ναός αναστηλώθηκε το 1942, μέσα σε τρία χρόνια, από τον Αναστάσιο Ορλάνδο, παρά
τα προσκόμματα που προέβαλαν οι αρχές Κατοχής. Αξιοσημείωτο είναι ότι η
μαρμάρινη αγία Τράπεζα του ναού βρέθηκε πεταμένη σε γειτονικό οικόπεδο. Το 1952
ο ναός αγιογραφήθηκε από τον Φώτη Κόντογλου μέσα σε εννέα μήνες. Όπως έλεγε ο
ίδιος, σκοπός του ήταν να δημιουργήσει αγιογραφίες «μετά πόθου και περισσής
επιμελείας, ώστε ο ναός να καταστεί πρότυπον σύγχρονου βυζαντινής αγιογραφήσεως».
[1] Γεννήθηκε το 1522 καταγόμενη από την
αθηναϊκή αρχοντική οικογένεια γαιοκτημόνων, των Μπενιζέλων. Η Ρηγούλα ή Ρεβούλα
(Παρασκευούλα), όπως ήταν το κοσμικό της όνομα, ήταν κόρη του Άγγελου
Μπενιζέλου και της Σηρίγης Παλαιολογίνας, γόνου της ιστορικής βυζαντινής
οικογένειας. Σε ηλικία 14 ετών οι γονείς της αποφάσισαν να την παντρέψουν, παρά
τη θέλησή της, με τον κατά πολύ μεγαλύτερό της Ανδρέα Χειλά, γόνο αρχοντικής
οικογένειας της Αθήνας. Ο σύζυγός της μετά από τρία χρόνια πέθανε και άφησε τη
Ρεβούλα χήρα. Αυτή αποφάσισε να μην ξαναπαντρευτεί αλλά να ακολουθήσει ασκητική
ζωή και να διαθέσει την πατρική και προσωπική της περιουσία σε φιλανθρωπίες.
Ίδρυσε σχολεία, βιοτεχνικά και χειροτεχνικά εργαστήρια, νοσοκομεία, ξενοδοχεία,
ορφανοτροφεία, προσέφερε μεγάλα χρηματικά ποσά για την απελευθέρωση αιχμαλώτων
και φρόντιζε ιδιαίτερα να φυγαδεύονται γυναίκες στα νησιά για να γλιτώσουν από
τα τουρκικά χαρέμια. Βασικός σκοπός της ήταν η τόνωση του ορθόδοξου ιδεώδους
και η διατήρηση της ελληνικής συνείδησης. Σημαντικό τεκμήριο για το έργο της αποτελεί η αλληλογραφία της με τη Γερουσία της
Βενετίας (1583), από την οποία ζητούσε οικονομική βοήθεια για να ξεπληρώσει
χρέη που είχαν δημιουργηθεί και να ενεργήσει ώστε να αποφευχθούν οι τουρκικές
επιθέσεις και λεηλασίες στα μοναστήρια της. Η Βενετική Γερουσία αποφάσισε να
συνδράμει με 200 χρυσά νομίσματα (Ν. Τωμαδάκης, «Οι
Νεομάρτυρες του Βυζαντίου και η οσιομάρτυς Φιλοθέη Μπενιζέλου η Αθηναία» (19
Φεβρουαρίου 1589), Ε.Ε.Φ.Σ.Π.Α., τόμ.
ΚΑ΄(1970-1971), σσ. 18-24· Κ. Δ.
Μέρτζιος, «Η οσία Φιλοθέη», Ελληνικά,
τόμ. ΙΓ΄(1954), σσ. 122-127).
[2] Η μονή αυτή κατεδαφίστηκε το 1893 από
τον μητροπολίτη Αθηνών Γερμανό Καλλιγά για να κτιστεί στη θέση του το μέγαρο
της αρχιεπισκοπής Αθηνών.
[3] Νικηφόρος ο Χίος, Νέον Λειμωνάριον, Βενετία 1819, σσ.
124-218.
[4] Δ. Καμπούρογλου, Αθηναϊκό Αρχοντολόγιο-Α΄Οι
άρχοντες Μπενιζέλοι, Αθήνα 1921, σ. 80.
[5] Α. Ορλάνδος, «Δύο ανέκδοτοι ναοί των
Αθηναίων Μπενιζέλων», Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, τομ.
Η΄(1931), σσ. 318-323·
Oρλάνδος, Μεσαιωνικά μνημεία της πεδιάδος
των Αθηνών και των κλιτυών Υμηττού – Πεντελικού, Πάρνηθος και Αιγάλεω,
Αθήνα 1923, σ. 133.
[6] Κατά μια εκδοχή, ο ναός μάλλον
κτίστηκε πάνω σε αρχαίο ειδωλολατρικό ναό, που αντικαταστάθηκε από
παλαιοχριστιανική βασιλική, γιατί μέσα και γύρω του βρέθηκαν πολλά κιονόκρανα
(ιωνικά και ρωμαϊκής εποχής), καθώς και
επιθήματα παλαιοχριστιανικών γλυπτών.
[7] Α. Ορλάνδος, «Δύο
ανέκδοτοι ναοί των Αθηναίων Μπενιζέλων», ό.π., 318-323.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου