Έλλη Λαμπρίδη
Πηγή εικόνας: https://www.athensvoice.gr/epikairotita/ellada/795434/elli-labridi-i-zoi-mias-sunarpastikis-ellinidas/
της Μαριάνθης Μπέλλα
Η Έλλη
Λαμπρίδη γεννήθηκε στην Αθήνα στις 22 Ιανουαρίου 1896. Πατέρας της ήταν ο Ηπειρώτης
λόγιος, δικηγόρος και γερουσιαστής Ιωάννης Λαμπρίδης, γνωστός από τους δημοσιογραφικούς
αγώνες του για την απελευθέρωση της Ηπείρου. Η μητέρα της, Σοφία Φωτιάδη, ήταν Αθηναία,
με καταγωγή από τη Μυτιλήνη, αριστούχος του Ωδείου Αθηνών και δασκάλα πιάνου
στο Αρσάκειο.
Σπούδασε στην Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Πριν ακόμα ολοκληρώσει τις σπουδές της έκανε αίτηση για υποτροφία στο Ίδρυμα Σταθάτου με σκοπό να συνεχίσει τις σπουδές της στο εξωτερικό και να αποκτήσει μεταπτυχιακό δίπλωμα στα παιδαγωγικά. Η αίτησή της έγινε δεκτή και τον Σεπτέμβριο του 1916 πήγε στην Ελβετία και σπούδασε Φιλοσοφία, Παιδαγωγικά και Ηθική στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου της Ζυρίχης.
Τον
Ιανουάριο του 1918 γνώρισε στη Ζυρίχη τον Νίκο Καζαντζάκη με τον οποίο
συνδέθηκε αν και αυτός ήταν ακόμα παντρεμένος με την Γαλάτεια Καζαντζάκη.
Έζησαν μαζί μερικούς μήνες ταξιδεύοντας στην Ελβετία και αναζητώντας τα μέρη
στα οποία είχε ζήσει ο Νίτσε. Στο τέλος του έτους ο Καζαντζάκης αναχώρησε για
την Ελλάδα και η Λαμπρίδη συνέχισε τις σπουδές της, ζητώντας παράταση της
υποτροφίας της από το Ίδρυμα Σταθάτου για έναν επιπλέον χρόνο. Το 1919 έλαβε
διδακτορικό δίπλωμα, με διατριβή πάνω στις γνωσιοθεωρητικές αρχές του
Αριστοτέλη. Η διατριβή της σηματοδοτούσε την αρχή της ενασχόλησής της με τη Φιλοσοφία,
ένα χώρο δυσπρόσιτο στις γυναίκες αυτή την εποχή. Το ενδιαφέρον της επικεντρώνεται
σε θέματα γνωσιοθεωρητικά και επεκτείνεται αργότερα κυρίως στη Μεταφυσική, τη Λογική, τη Φιλοσοφία της Επιστήμης και τέλος στην Ηθική[1].
Μετά
το τέλος των σπουδών της εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη για τρία χρόνια (1920-1923),
όπου εργάσθηκε αρχικά στο Ζάππειο Εθνικό Παρθεναγωγείο ως καθηγήτρια ελληνικών,
κατόπιν στο Κεντρικό Παρθεναγωγείο Σταυροδρομίου και τέλος στο Αμερικανικό
Κολλέγιο Θηλέων ως διευθύντρια του ελληνικού τμήματος[2].
Τότε έγραψε
τα πρώτα της άρθρα στα οποία εξέφραζε τους προβληματισμούς της για την
εκπαίδευση: «Η ελληνική εκπαίδευση στην Κωνσταντινούπολη» που δημοσιεύτηκε στο
περιοδικό The
Orient
(1920)[3], και «Η ελληνική
εκπαίδευσις» που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Νέα Αγωγή (1922), όπου
εξέφρασε τις απόψεις της για τη στοχοθεσία της εκπαίδευσης. Θεωρούσε ότι η
εκπαίδευση είχε χάσει τον προσανατολισμό της εξαιτίας της μεγάλης σημασίας που
δινόταν στην εκμάθηση των ξένων γλωσσών στα σχολεία. Περιέγραφε τα βλαβερά
αποτελέσματα αυτής της πρακτικής και πρότεινε να δοθεί βάρος στην ανάπτυξη της
δημιουργικότητας του μαθητή και την επαφή του με την γηγενή παράδοση[4].
Την
ίδια εποχή γνώρισε τον Κωνσταντίνο Στυλιανόπουλο, εκπαιδευτικό σύμβουλο Της
Ύπατης Ελληνικής Αρμοστείας στην Κωνσταντινούπολη, με τον οποίο παντρεύτηκε το
1922 στο Λονδίνο. Το 1923 απέκτησε την κόρη της Νίκη και επέστρεψε στην Αθήνα. Ένα
χρόνο αργότερα (1924) χώρισε μη μπορώντας να αντέξει τις συνθήκες του
«αταίριαστου γάμου» της, όπως η ίδια έγραφε[5].
Με την
επιστροφή της στην Αθήνα εργάστηκε ως υποδιευθύντρια στο Αμερικάνικο Κολλέγιο
Θηλέων που τότε βρισκόταν στο Παλαιό Φάληρο. Δημιούργησε νέες φιλίες και
συνεργασίες με δημοτικιστές διανοούμενους και προσωπικότητες των ελληνικών
γραμμάτων (Καζαντζάκης, Σικελιανός, Καπετανάκης, Σεφέρης, Πρεβελάκης κ.ά.), αρθρογραφούσε
σε περιοδικά και εφημερίδες, δραστηριοποιήθηκε στο εκπαιδευτικό και φεμινιστικό
κίνημα και παράλληλα μεγάλωνε την κόρη της με τη βοήθεια της μητέρας της.
Επρόκειτο
να διδάξει ιστορία της Φιλοσοφίας στην «Ανωτέρα Γυναικεία Σχολή» του Δημήτρη
Γληνού τον τρίτο χρόνο της λειτουργίας της (1923-24). Το όνομά της (Στυλιανοπούλου)
αναφέρεται στο πρόγραμμα μαθημάτων της Σχολής μαζί με το όνομα του συζύγου της Κ.
Στυλιανόπουλου, ο οποίος θα δίδασκε το μάθημα της Φιλοσοφικής Αισθητικής[6].
Δυστυχώς όμως η Σχολή δεν συνέχισε τη λειτουργία της για τρίτο χρόνο, οπότε τα
μαθήματα αυτά δεν πραγματοποιήθηκαν. Αργότερα η Λαμπρίδη συνεργάστηκε με τον
Γληνό, έγινε μέλος της Επιτροπής Μελέτης Εκπαιδευτικών Ζητημάτων του
Εκπαιδευτικού Ομίλου και δημοσίευε μελέτες στο περιοδικό Αναγέννηση[7].
Έγραψε επίσης λήμματα για την Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια και για το
Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ελευθερουδάκη. Με την αρθρογραφία και το συγγραφικό της
έργο προσπάθησε να κάνει γνωστά στο ελληνικό κοινό τα έργα των Ευρωπαίων
φιλοσόφων, τα μοντέρνα ρεύματα σκέψης και τις νέες ιδέες που αναπτύσσονταν στην
Ευρώπη.
Την
ίδια εποχή συνδέθηκε φιλικά με το ζεύγος Σικελιανού-Πάλμερ και υποστήριξε την
Δελφική Ιδέα δημοσιεύοντας σειρά άρθρων στον τύπο και συμμετέχοντας στις
Δελφικές Γιορτές για την αναβίωση των αξιών του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού[8].
Από
το 1926 δραστηριοποιήθηκε στο φεμινιστικό σωματείο «Σύνδεσμος για τα Δικαιώματα
της Γυναίκας», που ιδρύθηκε το 1920 από την Αύρα Θεοδωροπούλου και τη Μαρία
Νεγρεπόντη με σκοπό τη διεκδίκηση αστικών και πολιτικών δικαιωμάτων για τις
Ελληνίδες. Διετέλεσε μέλος του Δ.Σ. του Συνδέσμου και δημοσίευε μελέτες και άρθρα στο περιοδικό του Συνδέσμου Ο Αγώνας
της Γυναίκας[9], καθώς και στο περιοδικό Ελληνίς
του Εθνικού Συμβουλίου των Ελληνίδων Γυναικών[10].
Το
άρθρο της «Η Γυναίκα στην Ήπειρο» που δημοσιεύτηκε το 1925 στο περιοδικό του
Συνδέσμου Ο Αγώνας της Γυναίκας, αποτελεί
εμπεριστατωμένη ιστορική μελέτη των ηθών και του τρόπου ζωής της αγρότισσας της
Ηπείρου και της προσφοράς της στην οικογένεια και την κοινωνία του χωριού. Βασίζεται
σε έρευνα και παρατήρηση που έκανε η ίδια όταν επισκεπτόταν τα χωριά που
κατοικούσαν οι συγγενείς της. Στη μελέτη αυτή καυτηρίασε την κυριαρχική θέση
του άντρα στην οικογένεια και την καταπίεση που ασκούσε στη γυναίκα. Επισήμανε
ότι «Ο άνδρας στην ύπαιθρο χώρα της Ηπείρου έχει ακόμα όλα τα δικαιώματα της πατριαρχικής
εποχής στη γυναίκα, την περιουσία, την εργασία της γυναικός του, χωρίς κανένα από
τα βάρη που δικαιολογούσαν την υπεροχή αυτή άλλοτε». Πρότεινε να μελετηθεί σε
βάθος η ζωή της Ελληνίδας στις διάφορες περιοχές της χώρας «κάνοντας με προσοχή
τη διάκριση μεταξύ επαρχιώτισσας μικροαστής και χωρικής δουλεύτρας, γιατί η ζωή
και οι αντιλήψεις τους είναι πολύ διαφορετικές»[11].
Το
1926 παρακολούθησε το 10ο Διεθνές Συνέδριο της «Διεθνούς Ένωσης για
τη Γυναικεία Ψήφο» που έγινε στο Παρίσι (από 30/5/1926 έως 6/6/1926) ως
ανταποκρίτρια του Ελεύθερου Τύπου. Στα πέντε άρθρα της παρουσίασε τις
εργασίες του συνεδρίου, τα θέματα που συζητήθηκαν[12],
τις αποφάσεις που ελήφθησαν και εξέφρασε τον προβληματισμό της για την
πιθανότητα εφαρμογής τους στην Ελλάδα και τις άλλες χώρες[13]. Στα άρθρα αυτά είναι εμφανής η κριτική στάση της απέναντι στον αστικό φεμινισμό. Το 1931 συμμετείχε στο 16ο
Συνέδριο της «International Federation of University Women», που
έγινε στην Αμερική (Wellesley, Mass.), και έλαβε συγχαρητήρια επιστολή από
τον υπουργό Παιδείας Γ. Παπανδρέου για τη συμβολή της στις εργασίες του συνεδρίου[14].
Τον
Ιούλιο του 1926 ο Νίκος Καζαντζάκης δημοσίευσε άρθρο στον Ελεύθερο Τύπο με
τίτλο «Η Μουντίτα κ’ εγώ» (Μουντίτα
αποκαλούσε την Έλλη Λαμπρίδη), το οποίο έγινε αφορμή να επανασυνδεθούν. Ο
δεσμός τους κράτησε περίπου ένα χρόνο, μέχρι τον Ιανουάριο του 1928, οπότε χώρισαν οριστικά.
Από
τότε η Λαμπρίδη αφιερώθηκε στην μελέτη και τη συγγραφή, ενώ στα τέλη του 1928
παραιτήθηκε από το Αμερικάνικο Κολλέγιο. Αρνήθηκε να συμβάλλει στην αναπαραγωγή
του γυναικείου στερεοτύπου, διδάσκοντας σε κορίτσια που θα γίνονταν «καλές
νοικοκυρές, ή κυρίες της κοινωνίας ή ωραιοπαθείς γεροντοκόρες»[15].
Συνεχίζοντας τη δράση της ως φεμινίστρια, μέλος του «Συνδέσμου για τα δικαιώματα της γυναίκας», συμμετείχε στην ίδρυση και λειτουργία της «Σχολής παιγνιδιών και εφηρμοσμένης διακοσμητικής» (1929), που είχε σκοπό την διδασκαλία της τέχνης της κατασκευής παιχνιδιών και της διακόσμησης, παράλληλα με την παροχή μαθημάτων γενικής παιδείας (ελληνικών, αριθμητικής, γεωγραφίας, ιστορίας, ιστορίας της τέχνης κ.ά.). Διευθύντρια του τμήματος γενικής παιδείας ήταν Έλλη Λαμπρίδη και του τεχνικού τμήματος ο Γερμανός Ερρίκος Χάνε, ειδικός στην κατασκευή παιχνιδιών. Το 1930 η σχολή μετονομάστηκε σε «Παπαστράτειο Δημοτική Τεχνική Σχολή Παιγνιδιών και Διακοσμητικής», προς τιμήν των ευεργετών της αδελφών Παπαστράτου, και μεταφέρθηκε σε νέο κτίριο στον Υμηττό[16].
Στερούμενη
τη βασική πηγή βιοπορισμού της, ασχολήθηκε με ιδιωτικά μαθήματα και
προγυμνάσεις μαθητών. Ανέλαβε ως συντάκτρια τη φιλοσοφική στήλη του περιοδικού Ελληνικά
Φύλλα και παρέδιδε μαθήματα Φιλοσοφίας, Ψυχολογίας και Λογοτεχνίας στον Φιλολογικό
Σύλλογο "Ασκραίο", που είχαν μεγάλη απήχηση και συμμετοχή (1937-1939).
Από τα μαθήματα αυτά προήλθε η Εισαγωγή στη Φιλοσοφία, ο πρώτος τόμος της
οποίας κυκλοφόρησε το 1956, ενώ ο δεύτερος τόμος έμεινε ανέκδοτος με απόφαση
της λογοκρισίας του δικτατορικού καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967, και
εκδόθηκε, τελικά, από την Ακαδημία Αθηνών, ως ενιαίο έργο μαζί με τον πρώτο τόμο,
το 2004.
Από το
1919 που αναγορεύτηκε διδάκτορας έως την απόλυσή της το 1935 δημοσίευσε 73
άρθρα και μελέτες και συνέγραψε 180 επιστημονικά λήμματα σε εγκυκλοπαίδειες. Το
πρώτο βιβλίο της αρχαιολογικού περιεχομένου, Οι Αιγαίοι Κρητομυκηναϊκός
Πολιτισμός (1929), γνώρισε μεγάλη διάδοση στα χρόνια της Κατοχής και είναι
σήμερα εντελώς εξαντλημένο μετά από τρεις εκδόσεις. Μετέφρασε πολλά έργα από
την ξένη βιβλιογραφία (Bergson, Schiller, Laforgue, Esterlich, κ.ά.), αλλά και
την Ψυχοπαθολογία της εφηβικής ηλικίας του Στρομάιερ και τον Ευπαλίνο
του Πωλ Βαλερύ με πρόλογο του Άγγελου Σικελιανού (1935). Συνεργάσθηκε επί
χρόνια με τα περιοδικά τη Νέα Εστία, Νεοελληνικά Γράμματα, Εποχές
κ. ά. Μετέφρασε τον διάλογο του Πλάτωνα Μένων με εκτενή εισαγωγή και σχόλια
δικά της (εκδόσεις Δημητράκου, 1939). Δημοσίευσε επίσης κριτική μελέτη για την Οδύσσεια
του Νίκου Καζαντζάκη (7 συνέχειες στα Νεοελληνικά Γράμματα) και το
«Σχόλιο στο Μήτηρ Θεού» του Άγγελου Σικελιανού (Νέα Πολιτική,
1939), στο οποίο έδινε μαθήματα για το πώς πρέπει να διαβάζουμε τη λογοτεχνία[18].
Τον
Σεπτέμβριο του 1939 έφυγε στην Αγγλία
με
υποτροφία του Βρετανικού Συμβουλίου, αφήνοντας την δεκαεξάρχονη κόρη της Νίκη
στην μητέρα της. Στο Λονδίνο εργάσθηκε στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο του
Πανεπιστημίου και παράλληλα παρακολουθούσε τα μαθήματα του αυστριακού φιλοσόφου
Ludwig Wittgenstein στο
Κέμπριτζ. Εδώ πρέπει να επισημάνουμε ότι η Λαμπρίδη είναι το μόνο άτομο
ελληνικής καταγωγής που παρακολούθησε μαθήματα του αυστριακού φιλοσόφου και
μετά την επιστροφή της στην Ελλάδα εισήγαγε το ελληνικό φιλοσοφικό κοινό στο
ρεύμα της αναλυτικής φιλοσοφίας[19].
Όμως, ο
πόλεμος που ξέσπασε στην Ευρώπη έκανε αδύνατη την επιστροφή της στην Ελλάδα. Το
1941 διορίστηκε διευθύντρια του Γραφείου Πληροφοριών της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης
στο Λονδίνο, και ανέπτυξε σημαντική εθνική δράση (ενημερωτικές ομιλίες για την κατάσταση που
επικρατούσε στην Ελλάδα, συγκέντρωση χρημάτων για τον Ερυθρό Σταυρό και την
αντιμετώπιση του επισιτιστικού προβλήματος, διδασκαλία της ελληνικής σε Άγγλους
άξιωματικούς-συνδέσμους με τις ελληνικές αντιστασιακές οργανώσεις, δημοσίευση
κειμένων στον βρετανικό τύπο και εκφώνηση λόγων στην ελληνική εκπομπή του BBC).
Το
1944, αμέσως μετά την Απελευθέρωση, επέστρεψε στην Αθήνα μέσω Καϊρου, όμως δεν
πρόφτασε να δει ζωντανή την 23χρονη κόρη της, η οποία είχε σκοτωθεί στα
Δεκεμβριανά από αγγλική αδέσποτη σφαίρα[20]. Για έναν χρόνο παρέμεινε
στην Αθήνα και εργάστηκε στο Υπουργείο Εξωτερικών ως διευθύντρια στο γραφείο
του υπουργού άνευ χαρτοφυλακίου Ν. Καζαντζάκη, κατά την περίοδο διακυβέρνησης
του Θ. Σοφούλη. Επίσης, έγινε ιδρυτικό μέλος του «Ελληνοσοβιετικού Συνδέσμου»
με πρόεδρο τον Ν. Κιτσίκη και αντιπρόεδρο τον Ν. Καζαντζάκη.
Αργότερα
ξαναέφυγε στην Αγγλία όπου συνέχισε την υπηρεσία της στο Γραφείο Τύπου της
ελληνικής πρεσβείας. Το 1946 μετά την ήττα του Σοφούλη στις εκλογές παραιτήθηκε
από τη θέση της και για μία ακόμα φορά έμεινε χωρίς κανένα εισόδημα. Τα δύσκολα
χρόνια του εμφυλίου, η συνεργασία της με την «Κίνηση για την Δημοκρατία στην
Ελλάδα» και η συμμετοχή της στο Δ.Σ. της οργάνωσης με δέκα Άγγλους Εργατικούς
βουλευτές, της κόστισε την αφαίρεση της ελληνικής ιθαγένειας και τη στέρηση του
ελληνικού διαβατηρίου ως το 1959. Ήταν τα πιο δύσκολα χρόνια της ζωής της γιατί
με εξασθενημένη όραση αναγκάστηκε να διδάσκει σε μικρά παιδιά για να ζήσει. Επανάκτησε
την ελληνική ιθαγένεια το 1959, ύστερα από επίμονες προσπάθειες της Αμαλίας
Φλέμινγκ.
Μετά
την επιστροφή της στην Ελλάδα, δημοσίευσε το αυτοβιογραφικό αφήγημα Νίκη
(1961), αφιερωμένο στην κόρη της, όπου μιλούσε για τη ζωή της και εξέφραζε τις
σκέψεις της για τη σύγχρονη Ελλάδα. Τότε τελείωσε και τη μετάφραση της ιστορίας
του Θουκυδίδη με δικά της σχόλια και εισαγωγή του Ιωάννη Κακριδή (4 τόμοι, εκδ.
Γκοβόστη 1962). Έγραψε φιλοσοφικά άρθρα στις Εποχές και ετοίμαζε δυο
μονογραφίες στα αγγλικά για τον Εμπεδοκλή και τον Πρωταγόρα. Άλλα έργα της
είναι: Φανταστικός διάλογος με τον Wittgenstein, που δημοσιεύτηκε στο πρώτο τεύχος του
περιοδικού Club Voltaire το 1963, το ημιτελές Fantasia Philosophic,
Η Ελλάδα στην εποχή μας (αγγλικά), και 'Ύστερη συγκομιδή
(μυθιστόρημα στα αγγλικά). Μετά τον θάνατό της εκδόθηκε στην Αμερική το έργο
της για τον Προσωκρατικό Εμπεδοκλή: Empedocles. A Philosophicl Investigation,
Alabama 1976[21].
Από
το 1962 έως το 1967 η Λαμπρίδη αρθρογραφούσε σε διάφορα περιοδικά, όπως η Καινούρια
Εποχή και οι Εποχές, όπου δημοσίευε μελέτες και μεταφράσεις για τον
Πόπερ, τον Ράσελ, τον Σαρτρ, τον Μπερξόν, τον Κίρκεγκαρτ, τον Γουίλιαμ Τζέιμς,
τον Κώστα Παπαϊωάννου. Ενεπλάκη ενεργά στην πολιτική, τον αντιαποικιακό αγώνα,
την υπόθεση της Κύπρου, και τα δικαιώματα των γυναικών. Στις εκλογές του
1964 ήταν υποψήφια με το «Ελληνικό Λαϊκό Κίνημα Ανεξαρτησίας» μαζί με τον Νίκο
Πουλιόπουλο. Την ίδια χρονιά ταξίδεψε στη Ρώμη και συμμετείχε το 6ο
συνέδριο των σοσιαλιστικών Κομμάτων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και στο Όσλο, όπου συμμετείχε στο
διεθνές συνέδριο του ΡΕΝ (Poets, Essayists, Nevelists). Το 1965 μετέβη στη Σοβιετική
Ένωση με την Πανελλήνια Ένωση Γυναικών (ΠΕΓ) πραγματοποιώντας ένα όνειρο ζωής[22].
Πέθανε
στην Αθήνα στις 28 Ιανουαρίου 1970. Με τη διαθήκη της ζητούσε να ιδρυθεί -με
την μικρή περιουσία που άφησε και με την βοήθεια στενών φίλων της, που όρισε
εκτελεστές της διαθήκης- μία "Φιλοσοφική Βιβλιοθήκη", «για να
μελετούν οι νέοι και να προαχθεί η φιλοσοφική έρευνα στην Ελλάδα, που η ίδια δεν κατάφερε να
υπηρετήσει όσο θα ήθελε». Την επιθυμία της αυτή εκπλήρωσε, τελικά, η Ακαδημία
Αθηνών[23].
[1] Μαρία Βενιέρη, «Έλλη Λαμπρίδη: Όψεις
του φιλοσοφικού της έργου», στο Έλλη Λαμπρίδη
Αφιέρωμα στη μνήμη της, Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων για τον
Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία, Αθήνα 2018, σσ. 53-65.
[2] Γιολάντα Χατζή, «Έλλη Λαμπρίδη, 1896-1970: η ζωή και το έργο
της», στο Έλλη Λαμπρίδη Αφιέρωμα στη μνήμη της, ό.π., σσ. 20-21.
[3] Πρόκειται για μια διάλεξη που έδωσε η
Λαμπρίδη στα αγγλικά στο πλαίσιο μιας σειρά συζητήσεων για την εκπαίδευση στην Εγγύς Ανατολή, την
οποία διοργάνωσε το Constantinople Woman’s College του Αρναούτκιοϊ. Κωνσταντίνος Γαρίτσης,
Βιο-Εργογραφικά για την Έλλη Λαμπρίδη (1896-1970), Ακαδημία Αθηνών,
Φιλοσοφική Βιβλιοθήκη Έλλης Λαμπρίδη, Αθήνα 2017, σ. 14.
[4] Κωνσταντίνος Γαρίτσης, ό.π., σ.
224.
[5] Γιολάντα Χατζή, ό.π., σ. 22.
[6] Μαριάνθη Μπέλλα, Η Ανωτέρα Γυναικεία
Σχολή (1921-1923). Ένα προδρομικό παιδαγωγικό και πολιτικό εγχείρημα του
Δημήτρη Γληνού, εκδ. Τόπος, Αθήνα 1918, σ. 186.
[7] Έλλη Λαμπρίδη, «Ποιος μας δίνει το σκοπό της ζωής», Αναγέννηση Α΄ (1926), σσ. 14-19. «Κριτικές παρατηρήσεις στο σύγχρονο φεμινισμό», Αναγέννηση Α΄ (1927), σσ. 278-284.
[8] Έλλη Λαμπρίδη, «Η παράστασις των αρχαίων δραμάτων σήμερον», Ελεύθερος Τύπος, 30/4/1927, σ. 3. «Η παράστασις του Προμηθέως εις τους Δελφούς», Ελεύθερος Τύπος, 8/5/1927, σσ. 3-4.
[9] Ε.Λ., Ομιλίες-Διαλέξεις-Μαθήματα (Ομιλία της Εύας Σικελιανού στην Αρχαιολογική Εταιρεία), Ο Αγώνας της Γυναίκας, τεύχ. 22-23 (1925), σ. 13. Έλλη Λαμπρίδη, «Η γυναίκα στην Ήπειρο», Ο Αγώνας της Γυναίκας, τεύχ. 25 (1925), σσ.11-12. «Το Συνέδριο της ειρήνης», Ο Αγώνας της Γυναίκας, τεύχ. 101 (1929), σ. 6.
[10] Ε. Λ., «Εκ της βιογραφίας της Ελληνίδος
Παιδαγωγού Αικατερίνης Λασκαρίδου (1842-1916)», Ελληνίς, τεύχ. 2, (1921),
σσ. 45-46. Έλλη Λαμπρίδη, «Στην τάξι μου», Ελληνίς, τεύχ. 6 (1933), σ.
119.
[12] 1ον Ισότης στην ηθική και
εναντίον της σωματεμπορίας, 2ον Ίδιοι όροι εργασίας για γυναίκες και
άνδρες, 3ον Υπηκοότης της παντρεμένης γυναίκας, 4ον Η
άγαμος μητέρα και το παιδί, 5ον
Οικογενειακά επιδόματα.
[13] Έλλη Λαμπρίδη, «Το Διεθνές Γυναικείο Συνέδριο»,
Ελεύθερος Τύπος, 3/6/1926, σ. 1. «Γυναίκες και πορτοκαλάδες», Ελεύθερος Τύπος, 8/6/1926, σ. 1. «Αι γυναίκες
εναντίον του Ναπολεοντείου Κώδικος», Ελεύθερος Τύπος, 14/6/1926, σ. 1. «Φεμινισμός
και Ειρήνη», Ελεύθερος Τύπος, 17/6/1926, σ. 1. «Αποτελέσματα του 1ου διεθνούς
συνεδρίου της Ενώσεως υπέρ της γυναικείας ψήφου», Ελεύθερος Τύπος, 24/6/ 1926, σ. 1.
[14] Έλλη Λαμπρίδη, Σημειώματα στην
Οδύσσεια του Νίκου Καζαντζάκη, Επιμέλεια και Επίμετρο Κωνσταντίνος
Γαρίτσης, εκδ. Έμβρυο, Αθήνα 2017, σ. 7.
[15] Γιολάντα Χατζή, ό.π., σ. 25.
[16] Ανωνύμου, «Επαγγελματική Σχολή Παιχνιδιών και Διακόσμησης», Ο Αγώνας της Γυναίκας, τεύχ. 103 (1929). Ανωνύμου, «Η ΙΑ΄ τακτική συνέλευση του Σ.Δ.Γ», Ο Αγώνας της Γυναίκας, τεύχ. 112-113 (1930). Αύρα Θεοδωροπούλου, «Παπαστράτειος Δημοτική Σχολή Συνοικισμός Υμηττού», Ο Αγώνας της Γυναίκας, τεύχ. 143 (1931).
[17] Γιολάντα Χατζή, ό.π., σσ. 26-27.
[18] Έλλη Λαμπρίδη, Σημειώματα στην
Οδύσσεια του Νίκου Καζαντζάκη, ό.π., σσ. 7-9.
[19] Μαρία Βενιέρη, ό.π., σ. 55.
[20] Φραγκίστη Αμπατζοπούλου, «Η Νίκη της
Έλλης Λαμπρίδη: μια φιλόσοφος αυτοβιογραφείται», στο Έλλη
Λαμπρίδη αφιέρωμα στη μνήμη της, ό.π., σσ. 37-51.
[21] «Ακόμα μια λαμπρή Ελληνίδα που
αναγνωρίστηκε μετά θάνατον». Ανακτήθηκε από τον διαδικτυακό τόπο https://gerontakos.blogspot.com/2017/08/8-2017.html,
στις 10/12/2023.
[22] Λουκάς Βελιδάκης, «Η ζωή μίας συναρπαστικής Ελληνίδας». Ανακτήθηκε από τον διαδικτυακό τόπο https://www.athensvoice.gr/epikairotita/ellada/795434/elli-labridi-i-zoi-mias-sunarpastikis-ellinidas/, στις 8/12/2023.
[23] Γιολάντα Χατζή, ό.π., σ. 36.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου