Σελίδες

Δευτέρα 14 Απριλίου 2025

Εκπαιδευτική πολιτική 1990-1993, μαθητικές κινητοποιήσεις και η δολοφονία του Νίκου Τεμπονέρα

  


Κώστας Θεριανός
 
Μετά από δύο εκλογικές αναμετρήσεις εντός του 1989, μια κυβέρνηση συνεργασίας Νέας Δημοκρατίας και Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου με πρωθυπουργό τον Τζανή Τζανετάκη και μια Οικουμενική Κυβέρνηση, στις 8 Απριλίου του 1990 η Νέα Δημοκρατία κατάφερε να σχηματίσει αυτοδύναμη στην ουσία κυβέρνηση με 150 βουλευτές και τον βουλευτή της ΔΗΑΝΑ Κ. Κατσίκη με πρωθυπουργό τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Το υπουργείο παιδείας ανέλαβε ο Βασίλης Κοντογιαννόπουλος. Όμως, η δυναμική των αγώνων των εκπαιδευτικών που είχε αναπτυχθεί το προηγούμενο διάστημα παρέμενε ακόμη ζωντανή. Τον Μάιο του 1990 ξέσπασε μια από τις μεγαλύτερες αναταράξεις στο χώρο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (απεργίες, συγκεντρώσεις διαδηλώσεις εκπαιδευτικών, απειλή καταλήψεων εξεταστικών κέντρων, αναβολή για ένα μήνα των Γενικών εξετάσεων) με φόντο «την εκφρασμένη διάθεση του κυβερνώντος κόμματος για επιβολή λιτότητας στη δημόσια εκπαίδευση και ιδεολογική χειραγώγηση εκπαιδευτικών και εκπαιδευομένων» (Ανακοίνωση ΟΛΜΕ 16/5/1990). Η Γ.Σ. των Προέδρων ΕΛΜΕ (Οργανωτική ΙΙ 17-2-1990) εκτίμησε ότι «η κατάσταση της Δημόσιας Μέσης Εκπαίδευσης και του Καθηγητή χειροτερεύει συνεχώς. Η Οικουμενική Κυβέρνηση δεν πήρε κανένα μέτρο για την αντιμετώπιση αυτής της κρίσιμης κατάστασης». Οι διεκδικήσεις επικεντρώθηκαν στην αύξηση των μισθών, στη μείωση του ορίου συνταξιοδότησης και στην αύξηση των διορισμών. Οι καθηγητές διεκδικούσαν: αύξηση 18.000 δρχ. στους μισθούς, γνήσια ΑΤΑ, νομοθετικά κατοχυρωμένη, συντάξιμες αποδοχές στο 80% των εν ενεργεία αποδοχών, άμεση δημιουργία 4000 νέων οργανικών θέσεων, αύξηση των δαπανών για την παιδεία, 6000 νέες αίθουσες, πρωινό και μειωμένο ωράριο. Η αθέτηση της Κυβέρνησης «των δεσμεύσεων και αντιμετώπιση των αιτημάτων του κλάδου, οδήγησε στην ομόφωνη απόφαση του Δ.Σ. της ΟΛΜΕ για απεργιακές κινητοποιήσεις μετά το Πάσχα μέχρι και την περίοδο των εξετάσεων, ανεξάρτητα από την κυβέρνηση που θα εκλεγόταν από τις εκλογές της 8ης Απριλίου»[1].

Οι εικόνες από τα παλιά αναγνωστικά

 


Κώστας Θεριανός


Οι εικόνες των παλαιών αναγνωστικών, συχνά φιλοτεχνημένες από καταξιωμένους ζωγράφους και εικονογράφους (όπως ο Σπύρος Βασιλείου ή ο Κώστας Γραμματόπουλος), δεν ήταν απλώς «εικόνες επεξήγησης κειμένου», αλλά αυθύπαρκτα έργα τέχνης με αισθητική, συμβολισμό και εικαστική παιδεία. Αυτό αποτελεί ένα βασικό προτέρημα σε σύγκριση με την τυποποιημένη, συχνά ψηφιακά επεξεργασμένη ή «clip-art» αισθητική των σύγχρονων σχολικών βιβλίων.

Κώστας Σωτηρίου (1889-1966)

 

«Από τσιράκι του Μυστριώτη έγινα δημοτικιστής

και από δημοτικιστής έγινα σοσιαλιστής»




της Μαριάνθης Μπέλλα

 

Γεννήθηκε στο Μαρκόπουλο Αττικής το 1889. Ήταν γιος του προύχοντα και Δημάρχου του Μαρκόπουλου Δημήτριου Σωτηρίου. Φοίτησε στα Ελληνικά Σχολεία του Μαρκόπουλου και του Κορωπίου. Συνέχισε στη Ριζάρειο Σχολή και έπειτα μεταγράφηκε στη Δ΄ τάξη του Βαρβάκειου Γυμνασίου, από το οποίο αποφοίτησε με άριστα.

Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (1906-1911) και αρχικά επηρεάστηκε από τις απόψεις του υπέρμαχου της καθαρεύουσας καθηγητή Μυστριώτη. Επί δύο χρόνια παρακολουθούσε όλες τις ομιλίες του και έγινε «φανατικός καθαρευουσιάνος, τσιράκι του Μυστριώτη»[1]. Από το τρίτο έτος των σπουδών του, αναζητώντας νέες ιδέες και αξίες, παρακολούθησε το μάθημα του καθηγητή γλωσσολογίας Γεώργιου Χατζιδάκι «Το γλωσσικό ζήτημα». Ο Χατζιδάκις υποστήριζε ότι «η μόνη γλώσσα που είναι πραγματικά συνέχεια της αρχαίας ελληνικής είναι η δημοτική, όχι βέβαια η μαλλιαρή, αλλά η γλώσσα των αιθουσών, αυτή που λέμε σήμερα νεοδημοτική και η καθαρεύουσα είναι μια φτιαχτή γλώσσα»[2]. Παράλληλα παρακολουθούσε τα μαθήματα του αρχαιολόγου καθηγητή Χρήστου Τσούντα και ανέπτυξε φιλικές σχέσεις με  τον καθηγητή λαογραφίας Νικόλαο Πολίτη, ο οποίος τον παρότρυνε να συλλέξει λαογραφικό υλικό από το Μαρκόπουλο (παροιμίες και αρβανίτικα παραμύθια) και να γράψει μια λαογραφική πραγματεία. Καθώς ήταν φιλομαθής και ανήσυχο πνεύμα, μελέτησε ξένες γλώσσες (Γαλλικά παράλληλα με Γερμανικά), παρακολούθησε θεατρικές παραστάσεις σε θέατρα της Αθήνας και έλαβε μέρος σε σεμινάρια φοιτητών, στα οποία παρουσιάζονταν και συζητιούνταν λογοτεχνικά έργα (Λασκαράτου, Κορνάρου, Πάλλη) και ιστορικές μελέτες. Οι δραστηριότητες αυτές τον ωρίμασαν και τον έκαναν να αλλάξει απόψεις για το γλωσσικό ζήτημα. Σύντομα εγκατέλειψε το στρατόπεδο των καθαρευουσιάνων και προσχώρησε στον Δημοτικισμό. Το 1910 έγινε μέλος της «Φοιτητικής Συντροφιάς»[3] και συμμετείχε στην ίδρυση του «Εκπαιδευτικού Ομίλου»[4].